«Και η Αριστερά, κύριε;»
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το 2015 και το 2016 η χώρα θα βρίσκεται σε ύφεση, η ανεργία θα αυξάνεται και το χρέος θα αγγίξει το 200%.
Με την εκτίμηση αυτή συμφωνούν τόσο το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής όσο και ο ΟΟΣΑ, ο οποίος προβλέπει πως η χώρα θα μπει σε τροχιά ανάπτυξης από το 2017 και μετά, αφού θα έχουν υλοποιηθεί στο ακέραιο τα προβλεπόμενα στο 3ο Μνημόνιο.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη Eurostat, σχεδόν 4 στους 10 Ελληνες (3,8 εκατ.) το 2014 βρίσκονταν στο φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, την ίδια χρονιά, 3,5 εκατ. εργαζόμενοι ζούσαν τα υπόλοιπα περίπου 7 εκατ. των Ελλήνων (1,24 εκατ. άνεργοι, 2,65 εκατ. συνταξιούχοι, 3,1 εκατ. μη οικονομικά ενεργοί).
Παρ’ όλα αυτά, μετά και το τελευταίο Eurogroup, οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης, όπως ακριβώς και οι προκάτοχοί τους, εξακολουθούν να βλέπουν παντού επιτυχίες (Ευκλ. Τσακαλώτος: «Είμαστε θύματα της επιτυχίας μας»), εννοώντας μάλλον τη μετάβαση από το «Κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» στο «Μόνο το 40% των σπιτιών σε χέρια τραπεζιτών»…
Με άλλα λόγια, το περιβόητο παιχνίδι της «παράτασης και προσποίησης» (extend and pretend), που μετά βδελυγμίας αποκήρυττε στο πρόσφατο παρελθόν η κυβέρνηση, παρατείνεται μαζί με την προσποίηση: η κυβέρνηση προσποιείται πως κυβερνά κυρίαρχα και οι δανειστές προσποιούνται πως σέβονται την ελληνική κυριαρχία.
Ωστόσο, η λογική της «παράτασης και προσποίησης» δεν περιορίζεται στην κυβέρνηση· επεκτείνεται και στην ίδια την κοινωνία, που αναζητά εναγωνίως αισιόδοξη προοπτική για να αντέξει το βάρος της απελπιστικής καθημερινότητάς της, αρνούμενη να αποδεχθεί πως η παταγώδης αποτυχία αυτής της πολιτικής είναι συνέπεια ενός απολύτως ανορθολογικού συστήματος, που διαχειρίζεται με τον πιο αναποτελεσματικό τρόπο τους πόρους του: τους ανθρώπινους, τους φυσικούς, τους υλικούς.
Που αφήνει παιδιά να υποσιτίζονται και αρρώστους χωρίς ιατροφαρμακευτική κάλυψη, την ώρα που οι λίστες με τα δισ. της φοροδιαφυγής παίζουν κρυφτούλι με το κράτος.
Που καταδικάζει τους γονείς και τους παππούδες μας σε αναξιοπρεπή γεράματα, την ώρα που υπερχρεωμένοι τραπεζίτες κάνουν πάρτι με τα δισ. των αλλεπάλληλων ανακεφαλαιοποιήσεων.
Που ανέχεται δεκάδες χιλιάδες πνιγμένες ψυχές στη θάλασσα, την ώρα που ξοδεύει δισεκατομμύρια για την ανάπτυξη υπερσύγχρονης τεχνολογίας για τη φύλαξη των συνόρων.
Αυτό το σύστημα, ασφαλώς, έχει όνομα: είναι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός.
Και κάπου εδώ, το κοριτσάκι της διαφήμισης θα ρωτούσε εύλογα: «Και η Αριστερά, κύριε;».
Η Αριστερά, με όχημα τον ΣΥΡΙΖΑ, μετρήθηκε και βρέθηκε λειψή, εγκλωβισμένη κι αυτή στη δική της «παράταση και προσποίηση».
Ισχυρίστηκε πως ήθελε να χειραφετήσει την κοινωνία, ενώ την καθησύχαζε καλλιεργώντας τον πιο εξόφθαλμο εκλογικισμό.
Ισχυρίστηκε πως ήθελε να τη ριζοσπαστικοποιήσει, ενώ απολάμβανε ναρκισσιστικά την πιο κραυγαλέα ανάθεση.
Ισχυρίστηκε πως προετοιμαζόταν για την ιστορική σύγκρουση, αλλά παρουσιάστηκε στο μέτωπο του πιο ακραιφνούς ταξικού πολέμου εξοπλισμένη μόνο με ορθολογικά επιχειρήματα και αγαθές προθέσεις.
Ισχυρίστηκε πως ήθελε να ανυψώσει το φρόνημα του λαού, αλλά το χρησιμοποίησε εργαλειακά (βλ. δημοψήφισμα) για να κρύψει τη γύμνια της.
Και έτσι συνετρίβη…
Η επόμενη μέρα για την Αριστερά είναι εξαιρετικά δύσκολη και μακρά. Θα χρειαστεί καιρός για να μαζέψει τα κομμάτια της και να επανέλθει με πειστική πρόταση. Αλλά, κυρίως, θα χρειαστεί να απαρνηθεί οριστικά το δικό της extend and pretend, καθώς «όλες οι γραμμές της στραβωθήκαν κι αποτύχαν». Δυστυχώς!
Στο εξής θα χρειαστεί να επανεξετάσει ριζικά τη μεθοδολογία και τον τρόπο οργάνωσής της, να προσανατολίσει πραγματικά την παρέμβασή της στο κοινωνικό πεδίο και όχι στα κανάλια της διαπλοκής, να συντονίσει και να δικτυώσει τις δράσεις αλληλεγγύης εντός και εκτός χώρας (με το παράδειγμα του #ThisIsACoup οδηγό) και να διαμορφώσει μια πανευρωπαϊκή απάντηση των λαών, βασισμένη στην αξιοποίηση των γνώσεων και των ικανοτήτων τους, που να αμφισβητεί το προδιαγεγραμμένο μέλλον τους.
Σε μια συγκυρία ιστορικών γεωπολιτικών ανακατατάξεων που υπερβαίνουν τη χώρα μας, εγχειρήματα που στήνονται στη βάση τού «ξαναρχίζουμε απ’ την αρχή ό,τι κάναμε, γιατί αυτό ξέρουμε», παραβλέποντας τα παραπάνω, είναι καταδικασμένα σε αποτυχία.
Η Αριστερά θα χρειαστεί να αναμετρηθεί με τις ανεπάρκειες και τις ιδεοληψίες της, να επανεξετάσει τη σχέση της οριζόντιας με την κάθετη μορφή οργάνωσης, να τολμήσει να ανοιχτεί σε πειραματικά εγχειρήματα (π.χ. κοινωνικής οικονομίας και εναλλακτικών νομισμάτων κ.λπ.), να παρουσιάσει νέα μοντέλα ανάπτυξης (π.χ. σχέδιο και κίνητρα για ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα, νέο αγροτοδιατροφικό σύμπλεγμα κ.λπ.) και, κυρίως, να μην ξανατρομάξει όταν συνειδητοποιήσει τη σφοδρότητα της σύγκρουσης που προτείνει.
Ο χρόνος μετρά σε βάρος της και σε βάρος της ελληνικής κοινωνίας, όμως οι εξελίξεις είναι τόσο πυκνές και απρόβλεπτες που κανείς δεν ξέρει πότε θα την επαναφέρει η ζωή απ’ το καναβάτσο στο προσκήνιο.