Zoltan Gergely Kelemen/MTI via AP

Τα φρούρια πέφτουν από μέσα

  • 23 Μαρτίου 2016 |

Η συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας για το προσφυγικό[1] μπορεί να χαρακτηρίστηκε από τον Ελληνα πρωθυπουργό «διπλωματική νίκη» και «επιτυχία» (ακόμα μία), στην πραγματικότητα όμως, με την επικύρωση της πολιτικής των κλειστών συνόρων από τις ηγεσίες της Ευρωπαϊκής «Ενωσης», φανέρωσε το αποκρουστικό πρόσωπο της σημερινής Ευρώπης-φρούριο σε όλο του το μεγαλείο.

Ενώ η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο αυτή η συμφωνία μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη χωρίς να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και η Διεθνής Αμνηστία τη χαρακτηρίζει «ιστορικών διαστάσεων πλήγμα στα δικαιώματα»[2], η Ευρώπη αποφασίζει να ακυρώσει ό,τι κατοχύρωσε η πολιτισμένη ανθρωπότητα μέσα στον 20ό αιώνα. Αλλά, ασφαλώς, «θα πρόκειται για προσωρινό και έκτακτο μέτρο που είναι απαραίτητο προκειμένου να σταματήσει ο ανθρώπινος πόνος και να αποκατασταθεί η δημόσια τάξη»[3].

Η επί της ουσίας κατάργηση της πολιτικής του ασύλου και η νομιμοποίηση των μαζικών απελάσεων, μαζί με το παζάρι ανταλλαγής δυστυχισμένων ανθρώπων θα συμβαίνουν «σε πλήρη συμφωνία με το ενωσιακό και διεθνές δίκαιο»[4], αποτυπώνοντας ανάγλυφα το αδιέξοδο στο οποίο έχουν οδηγήσει την Ευρώπη η υποκρισία και η άρνηση της πραγματικότητας.

Η αναγνώριση της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας» αποτελεί κυνικό μήνυμα εκ μέρους της Ε.Ε. πως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει στη χώρα του, αρκεί να κρατήσει τους κατατρεγμένους πρόσφυγες όσο γίνεται πιο μακριά από το ευρωπαϊκό έδαφος πάση θυσία. Ακόμα και αν η θυσία είναι ότι θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει τη Σύμβαση της Γενεύης μόνο για Ευρωπαίους πρόσφυγες, να καταπιέζει μειονότητες, να καταπατά δικαιώματα και ελευθερίες ακόμη και Τούρκων πολιτών, να φιμώνει εφημερίδες και να διώκει δημοσιογράφους, να συμμετέχει στον πόλεμο στη Συρία, να επιδιώκει τη διεύρυνση του ορισμού της τρομοκρατίας έτσι ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει ακόμα και τους πολιτικούς αντιπάλους του (π.χ. το φιλοκουρδικό HDP) και, φυσικά, να κατέχει εδάφη χώρας-μέλους της Ε.Ε.

Το γεγονός πως το τουρκικό καθεστώς προσομοιάζει επικίνδυνα με δικτατορία, αφού σχεδόν το μόνο που το οριοθετεί από μια τέτοια είναι οι «ελεύθερες και δημοκρατικές» εκλογές, ουδόλως φαίνεται να απασχολεί τις ευρωπαϊκές ηγεσίες. Ισως επειδή και αυτές έχουν υιοθετήσει ήδη ένα παρεμφερές μοντέλο μεταδημοκρατίας για τις δικές τους χώρες, όπου με ελεύθερες εκλογές δίνεται στις εγχώριες ελίτ η δυνατότητα να βρεθούν σε θέσεις εξουσίας για να εφαρμόσουν μια πολιτική, την οποία, όμως, δεν αποφασίζουν οι ίδιες.

Με άλλα λόγια, η σύγκλιση Ε.Ε.-Τουρκίας προκύπτει όχι επειδή η Τουρκία εναρμονίζεται με τα «προαπαιτούμενα του ευρωπαϊκού κεκτημένου», αλλά, αντίθετα, επειδή η Ευρώπη προσαρμόζεται στο «τουρκικό κεκτημένο»: στον αυταρχισμό και την αυθαιρεσία.

Υπό αυτή την οπτική, η διαχείριση του προσφυγικού για την Ευρώπη, που φαίνεται να ξεχνά την ιστορία της και να επαναλαμβάνει τα λάθη του σκοτεινού παρελθόντος της, αποκτά εφιαλτικές διαστάσεις. Είναι αυτονόητο πως και Ευρώπη-φρούριο και Ευρώπη της δημοκρατίας και της ελευθερίας ταυτόχρονα δεν γίνεται. Ο γόρδιος δεσμός σφίγγει περαιτέρω με την προφανή και αναμενόμενη συνέπεια, την άνοδο της Ακροδεξιάς: ο Ούγγρος πρωθυπουργός Β. Ορμπάν δίνει τον τόνο και ακολουθούν η Αυστρία, με το ακροδεξιό κόμμα πρώτο στις δημοσκοπήσεις, η Σλοβενία, η οποία αναλαμβάνει οσονούπω και την προεδρία της Ε.Ε., με ναζιστικό κόμμα για πρώτη φορά στη Βουλή και, φυσικά, η Γερμανία, με την εκλογική εκτόξευση του ακροδεξιού ΑfD, και η Γαλλία, με τη Μ. Λεπέν να καραδοκεί.

Στη χώρα μας, παράλληλα, η συγκυβέρνηση νέου ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. παρακολουθεί τη διελκυστίνδα μεταξύ φασισμού και δημοκρατίας, ανήμπορη να παρέμβει. Με μόνη, πλέον, κόκκινη γραμμή την παραμονή της στην εξουσία, κάθε σκέψη περί δυναμικής και αποφασιστικής αμφισβήτησης της ευρωπαϊκής κατρακύλας προκαλεί μειδιάματα.

Από την άλλη, το επίπεδο της κριτικής σχεδόν του συνόλου της αντιπολίτευσης είναι τραγικά ρηχό, κοντόφθαλμο και αδύναμο να συνειδητοποιήσει την έκταση της μεταστροφής που συντελείται γύρω μας. Η, σχεδόν αυτολεξεί, ταύτιση τόσο της Χ.Α., της Ν.Δ. και της Ενωσης Κεντρώων όσο και του Ποταμιού, του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ και της ΛΑ.Ε. στη διατύπωση «η κυβέρνηση μετατρέπει την Ελλάδα σε ένα τεράστιο hotspot» δεν αφήνει περιθώρια για επεξεργασία μιας σοβαρής πολιτικής πρότασης και στάσης στη διεθνή σκακιέρα.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, η αφήγηση της κυβέρνησης, που λέει ότι εν μέσω διεθνούς αποσταθεροποίησης, με το προσφυγικό και τα τύμπανα πολέμου να ηχούν στην ευρύτερη περιοχή και με την ελληνική οικονομία σε διάλυση, κάθε σκέψη περί αντίστασης θα ήταν αυτοκτονική, άρα σκύβουμε το κεφάλι και κάνουμε ό,τι μας λένε, ακούγεται εύλογη, αλλά στην πραγματικότητα σηματοδοτεί την παραίτηση από την προσπάθεια να αναστραφεί η ακροδεξιά επέλαση.

Ως γνωστόν, τα φρούρια πέφτουν από μέσα· και το ερώτημα, συνήθως, είναι ποιοι από τους μέσα θα επικρατήσουν. Αλλά, δυστυχώς, το ερώτημα σήμερα είναι αν αυτό εξακολουθεί να αποτελεί ερώτημα.

1. Δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας (18/3/16)

2. «Συμφωνία για το προσφυγικό με ενστάσεις», Η Εφημερίδα των Συντακτών (19/3/16)

3. & 4. Δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας (18/3/16), σελ. 1.


Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών