Πώς να κάνουμε πράγματα με τις λέξεις
Πολλά έχουν γραφτεί για το ήθος της Αριστεράς, για το ηθικό της πλεονέκτημα που απορρέει από το ότι εμφορείται από τις υψηλές αξίες της αλληλεγγύης, της ανιδιοτέλειας και της αγωνιστικότητας, αλλά και από το ότι έλεγε πάντα την αλήθεια υπό το πρίσμα των αδύναμων κοινωνικών τάξεων, χωρίς να λογαριάζει το πολιτικό κόστος.
Το ηθικό πλεονέκτημα εξακολουθεί να αξιώνει για λογαριασμό του και ο νέος ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα με αναφορά στην Αριστερά, επαναφέροντας στο προσκήνιο το ερώτημα αν είμαστε ό,τι δηλώνουμε ή ό,τι πράττουμε.
Σύμφωνα με τον Τζ.Λ. Ωστιν, υπάρχουν λέξεις ή φράσεις η εκφορά των οποίων δεν επιτελεί περιγραφή, καταγραφή, διαπίστωση ή δήλωση κατάστασης, αλλά πραγμάτωση μιας πράξης [2] – αυτές τις ονομάζει επιτελεστικά ομιλιακά ενεργήματα ή, για συντομία, επιτελεστικά.[3]
Ωστόσο, για να είναι επιτελεστική η χρήση τους, για να πραγματώσουν την πράξη που σηματοδοτούν, υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις, σημαντικότερη εκ των οποίων είναι η ειλικρίνεια: πρέπει ο ομιλών να σκοπεύει να σεβαστεί τις δεσμεύσεις που απορρέουν από την εκφορά του επιτελεστικού. Σε διαφορετική περίπτωση, πρόκειται για κατ’ επίφαση ή κατ’ ευφημισμό επιτελεστικά, τα οποία ο Ωστιν ονομάζει καταχρήσεις.[4]
Κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Φρ. Ολάντ στη χώρα μας ακούσαμε από τον Γάλλο πρόεδρο συγκινητικά λόγια φιλίας, αλληλεγγύης και θαυμασμού προς τον ελληνικό λαό. Επιτέλεσαν αυτά τα λόγια την πράξη της απόδοσης τιμής ή χρησιμοποιήθηκαν ως προπέτασμα καπνού, για να συγκαλύψουν τη βούληση του γαλλικού κεφαλαίου να συμμετάσχει στο πλιάτσικο που συντελείται σε βάρος της δημόσιας περιουσίας της χώρας μας;[5] Οι εφημερίδες «Monde»[6] και «Figaro»[7] φρόντισαν να μην αφήσουν χώρο για παρεξηγήσεις.
Βασικό προεκλογικό σύνθημα του νέου ΣΥΡΙΖΑ ήταν το «Ξεμπερδεύουμε με το παλιό». Αν το σύνθημα ήταν επιτελεστικό, η εκλογική επικράτηση και η αδιαμφισβήτητη πολιτική ηγεμονία του νέου ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να σηματοδοτούν ψήγματα, τουλάχιστον, ιδεολογικής ηγεμονίας της Αριστεράς. Ισχύει κάτι τέτοιο σήμερα; Η προσκόλληση στο κυρίαρχο αφήγημα περί επενδύσεων, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας, πάνω στα κοινωνικά ερείπια, οδηγεί σε γκροτέσκα φαινόμενα, όπως οι έριδες μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού, για το ποιος αποτάσσεται περισσότερο τον νεοφιλελευθερισμό.[8]
Η ατολμία να μεταφερθεί το κέντρο της αντιπαράθεσης έξω από τη λογική του κέρδους και του αέναου ανταγωνισμού, η απροθυμία υποστήριξης πάγιων αιτημάτων της Αριστεράς (π.χ. παρελάσεις, σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας κ.λπ.), η ανοχή στην ισοπεδωτική μανία του νεοφιλελευθερισμού χωρίς απόπειρες αντεπίθεσης (π.χ. πλαφόν στην ατομική ιδιοκτησία, αμφισβήτηση κληρονομικού δικαίου κ.λπ.) δείχνουν πως δεν υπάρχει καμία διάθεση για ιδεολογική διαπάλη.
Ως γνωστόν, η ηγεμονία διασφαλίζεται από την ικανότητα μιας τάξης να εμφανίζει το δικό της ταξικό συμφέρον ως καθολικό και να ενσωματώνει στη λογική της τους ταξικούς αντιπάλους της. Ετσι, με απολίτικα συνθήματα, όπως το «Συμφέρον όλων μας να μην υπάρχουν συμφέροντα», επιχειρείται η κατάργηση των ταξικών συγκρούσεων και των κοινωνικών ανισοτήτων, αλλά στην ουσία αυτό που επιτυγχάνεται είναι να βαυκαλιζόμαστε πως ξεμπερδέψαμε με το παλιό, απλώς επειδή το μασκαρέψαμε σε νέο.
Οι ύμνοι στη δημοκρατία, την ώρα που οι πάντες γνωρίζουν πως η πολιτική ασκείται υπό το κράτος συντριπτικών εκβιασμών, την αντιμετωπίζουν ως απλό τελετουργικό. Με άλλα λόγια, αποθεώνουμε τα πλουμιστά ρούχα του γυμνού βασιλιά, αλλά αυτό που επιτελούμε είναι η επαναβεβαίωση πως στις μεταδημοκρατίες, διά της μεταπολιτικής, συντηρείται ο αποκλεισμός των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Αντίστοιχα, ο πολιτικός καθωσπρεπισμός που επιβάλλει την αντιμετώπιση των δανειστών μας ως αλληλέγγυων εταίρων, ουδόλως επιτελεί την πράξη της μεταμόρφωσής τους από αρπακτικά της τραπεζιτικής μαφίας, που στραγγαλίζουν χώρες και λαούς, με απειλές για έξοδο από το ευρώ, ρευστοποίηση τραπεζών και κούρεμα καταθέσεων.
Το πρόβλημα με την υιοθέτηση ενός νεο-οργουελιανού newspeak εκ μέρους της κυβέρνησης δεν είναι ότι, προφανώς, ο νέος ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αυτός που ξέραμε, αλλά, κυρίως, ότι δεν είναι αυτός που λέει. Το να λέει πως θα εφαρμόσει «ένα άλλο μοντέλο που βάζει την κοινωνική συνοχή, τους ανθρώπους και τις ανάγκες των πολλών πάνω από τα κέρδη των λίγων», την ώρα που ετοιμάζεται να απελευθερώσει τους πλειστηριασμούς και ενώ δεν έχει παρουσιάσει ούτε δείγμα παράλληλου προγράμματος ή «ισοδυνάμων», δεν είναι καθόλου επιτελεστικό. Αντίθετα, το να ψηφίζει στη Βουλή «Ναι σε όλα», είναι!
Η Ιστορία θα αποφανθεί αν η Αριστερά έχασε πλέον το ηθικό πλεονέκτημά της ή αν αυτοί που σήμερα κυβερνούν εξ ονόματός της έχασαν την επαφή μαζί της.
- Τίτλος δανεισμένος από το βιβλίο του Τζ.Λ. Ωστιν, «Πώς να κάνουμε πράγματα με τις λέξεις», Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2003.
- Για παράδειγμα: «υπόσχομαι», «στοιχηματίζω», «κηρύσσω πόλεμο», «βαφτίζω».
- Performative speech acts, ό.π., σελ. 23-26.
- Για παράδειγμα, αν πω «υπόσχομαι», η λέξη μου επιτελεί την πράξη της υπόσχεσης κι εγώ, εξ αυτής, έχω αναλάβει μια υποχρέωση. Αν όμως ξέρω πως δεν πρόκειται (είτε γιατί δεν μπορώ είτε γιατί δεν θέλω) να δεσμευτώ από αυτήν τη λέξη, τότε η πράξη ακυρώνεται, καθώς το επιτελεστικό είναι κούφιο, καταχρηστικό, ανειλικρινές (ό.π. σελ. 32-73).
- Σύμφωνα με Γάλλο διπλωμάτη: «Οι Γερμανοί αγοράζουν αεροδρόμια, οι Κινέζοι νησιά και λιμάνια. Δεν θα καθόμαστε με σταυρωμένα χέρια να τους κοιτάμε!».
- Le Monde: «Ειδύλλιο συμφέροντος Ολάντ με Τσίπρα».
- Le Figaro: «Τι μπορούν να εξαγοράσουν οι γαλλικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα».
- Βλ. την πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή, επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης.