Από το κόμμα νέου τύπου, στο νέου τύπου κόμμα

  • 24 Νοεμβρίου 2012 |

Μελετώντας τα δημοσκοπικά ευρήματα της μετεκλογικής περιόδου, μετά το καλοκαίρι μέχρι και σήμερα1, καθώς και την πραγματικότητα που ζούμε γύρω μας καθημερινά, ανακύπτουν ορισμένα κρίσιμα ζητήματα που θα επηρεάσουν την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ μοιάζει να παγιώνει σαφές προβάδισμα στην προτίμηση του εκλογικού σώματος, χωρίς όμως να διαφαίνεται σημαντικό ρεύμα περαιτέρω ενίσχυσής του, πράγμα που υποδηλώνει πως έχει (προσωρινά;) φτάσει σε ένα ταβάνι (~30%). Χαρακτηριστικό είναι πως αν και διευρύνεται η απήχησή του, η μεγάλη πλειονότητα των ερωτώμενων εξακολουθεί να έχει αρνητική γνώμη γι’ αυτόν.

Αν και το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ επιβεβαιώνεται από την (ξεκάθαρα υπέρ του) παράσταση νίκης, η πολιτική πρότασή του υστερεί ακόμα αισθητά στα μάτια της πλειονότητας των ερωτώμενων, που εμφανίζεται ιδιαιτέρως επιφυλακτική ως προς τη δυνατότητά του να σχηματίσει αποτελεσματική κυβέρνηση και να βγάλει τη χώρα από την κρίση, γεγονός που αναχαιτίζει τη δυναμική που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ το προηγούμενο διάστημα. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τη μεγάλη πόλωση του εκλογικού σώματος αλλά και τη δεδομένη συμπίεση της δύναμης των υπόλοιπων κομμάτων, δεν αφήνει πολλά περιθώρια μαζικής άντλησης ψηφοφόρων από άλλους πολιτικούς χώρους, ώστε να ελπίζει βάσιμα σε σχηματισμό ισχυρής αριστερής κυβέρνησης.

Η αντίθεση στην πολιτική των Μνημονίων είναι ξεκάθαρη, όπως και η αίσθηση πως η χώρα κινείται σε λάθος κατεύθυνση, όμως η δυσαρέσκεια από τη λειτουργία των πολιτικών θεσμών (κυβέρνηση, αντιπολίτευση, κοινοβουλευτική δημοκρατία) είναι καθολική, γεγονός που οδηγεί στην περαιτέρω απαξίωση της πολιτικής και των κομμάτων.

Η πάλαι ποτέ αναφανδόν φιλοευρωπαϊκή κοινή γνώμη είναι πια πολύ προβληματισμένη. Η θετική γνώμη για την Ε.Ε. είναι οριακή, η υποστήριξη προς το ευρώ φθίνει, αλλά παραμένει ισχυρή, ενώ οι προβλέψεις για το μέλλον της Ευρωζώνης είναι μάλλον απαισιόδοξες. Παρόλα αυτά, η μεγάλη πλειονότητα των ερωτηθέντων επιθυμεί την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, αλλά με αλλαγή πολιτικής, χωρίς όμως να βλέπει στην πολιτική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ την απάντηση στο αίτημα αυτό.

Τα μέτρα του Μνημονίου ΙΙΙ θεωρούνται άδικα και αναποτελεσματικά, ενώ είναι κοινή πεποίθηση πως δεν θα είναι τα τελευταία. Η κοινωνία βράζει, καθώς επιθετικά συναισθήματα (οργή, αγανάκτηση) ενισχύονται σε αντίθεση με άλλα, πιο παθητικά (απογοήτευση, ανησυχία, λύπη) που μειώνονται, αλλά ένα σημαντικό τμήμα της (~1/3) εξακολουθεί να υποστηρίζει την πολιτική των Μνημονίων, στοιχείο που προοιωνίζεται ισχυρές κοινωνικές εντάσεις το επόμενο διάστημα.

Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ έχει πολύ δύσκολο έργο μπροστά του, προκειμένου να συσπειρώσει ευρύτατα κοινωνικά στρώματα γύρω από την πολιτική πρότασή του και να μην επιτρέψει την αντιδραστική μετάλλαξη της κοινωνίας, με τον φασισμό να καραδοκεί. Η μόνη κοινωνική κατηγορία από την οποία θα μπορούσε πλέον να αποσπάσει μαζικά ψήφους είναι αυτή που ακόμα δεν έχει εκφραστεί και επιμένει να τηρεί αντιπολιτική στάση (Άκυρο/Λευκό/Αποχή: ~30%). Φυσικά πρόκειται για μια τελείως ανομοιογενή κατηγορία, ωστόσο είναι η μόνη που μπορεί να δώσει την απαραίτητη ώθηση για την πραγματική ανατροπή των συσχετισμών.

Για να έχει ελπίδες ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ να απευθυνθεί στη συγκεκριμένη κατηγορία και να την κάνει να νιώσει πως την αφορά άμεσα η πολιτική (και μάλιστα η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ), αλλά και για να συγκρατήσει και όλο τον υπόλοιπο κόσμο που τον έχει ήδη προσεγγίσει, θα χρειαστεί όχι απλά να πείσει πως είναι ένα εντελώς καινούργιο κόμμα, πολύ διαφορετικό από τα απαξιωμένα κόμματα του πολιτικού σκηνικού, αλλά να είναι όντως. Ένα κόμμα με εντελώς διαφορετική λειτουργία, με ανοιχτές συλλογικές διαδικασίες, με τελείως ξεχωριστή νοοτροπία και αντίληψη για την πολιτική συνολικά.

Ένα κόμμα που εμπιστεύεται τα άφθαρτα στελέχη του που το έφεραν ως εδώ που με αυτοπεποίθηση ανοίγει την πόρτα στα νέα πρόσωπα που το προσεγγίζουν, χωρίς να οδηγείται σε καιροσκοπικές συνεργασίες με το πολιτικό προσωπικό που έχει ταυτιστεί με ό,τι οδήγησε τη χώρα στη σημερινή καταστροφή. Που δεν χρειάζεται να μιλά για τις αξίες και τα ιδανικά της Αριστεράς, την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την ισότητα, γιατί αναδεικνύει στην πράξη την υπεροχή τους από τις αντίπαλες της αγοράς, του κέρδους, του ανταγωνισμού, εφαρμόζοντάς τις πρώτα στο εσωτερικό του. Ένα κόμμα που σπάει τις συμβάσεις, τα προσχήματα και την υποκρισία του πολιτικού καθωσπρεπισμού που στρέφει τον κόσμο μακριά από την πολιτική. Ένα κόμμα που μιλά όπως νιώθει και όχι όπως νομίζει ότι θα έπρεπε να νιώθει για να γίνει αποδεκτό. Και, κυρίως, ένα κόμμα που νιώθει. Όχι ένα κόμμα νέου τύπου, αλλά ένα νέου τύπου κόμμα.

1 Βλέπε αναλυτικά στοιχεία: Το νέο μετεκλογικό τοπίο, στο Ενημερωτικό Δελτίο Πολιτικής & Οικονομικής Τεκμηρίωσης, τ. 20.


Πηγή: H Αυγή