«Αυτά που λέτε δεν γίνονται πουθενά!»

  • 17 Δεκεμβρίου 2015 |

Η Λατινική Αμερική υπήρξε πάντα σημείο αναφοράς για όσες και όσους αντιλαμβάνονται το όραμα του κοινωνικού μετασχηματισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ειρήνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας ως κινητήρια δύναμη.

Από την Κούβα του Τσε και του Κάστρο μέχρι τη Χιλή του Αλιέντε· από τη Νικαράγουα των Σαντινίστας μέχρι το Μεξικό των Ζαπατίστας· από τη Βολιβία του Μοράλες μέχρι τον Ισημερινό του Κορέα και, φυσικά, από τη Βενεζουέλα του Τσάβες μέχρι την Αργεντινή του κιρχνερισμού, αλλά ακόμα και τη Βραζιλία του Λούλα και της Ρούσεφ, αναδιδόταν ένα άρωμα επαναστατικής και χειραφετητικής πρωτοπορίας, επενδεδυμένο με προσδοκίες, μουσικές και θρύλους, για έναν άλλο κόσμο που είναι εφικτός μέσα από σκληρό μα δίκαιο -και γι’ αυτό εμπνευστικό- αγώνα για «γη και ελευθερία».

Τις τελευταίες εβδομάδες, σηματοδοτώντας πιθανώς ένα τέλος εποχής για τη Λατινική Αμερική[1], πέφτουν ή αποδυναμώνονται μερικά από τα πιο εμβληματικά οχυρά που η Αριστερά χρησιμοποιούσε ως παραδείγματα όποτε βρισκόταν αντιμέτωπη με το ηγεμονικό (ή το μοιρολατρικό) επιχείρημα ότι αυτά που λέει δεν γίνονται πουθενά.

Στην Αργεντινή[2], ο κιρχνερισμός, μετά από 12 χρόνια στην κυβέρνηση, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην επέλαση του νεοφιλελεύθερου συνασπισμού υπό τον ζάπλουτο επιχειρηματία Μαουρίτσιο Μάκρι, πρώην πρόεδρο της Μπόκα Τζούνιορς και εν ενεργεία δήμαρχο του Μπουένος Αϊρες. Στη Βενεζουέλα[3], ο τσαβισμός υπέστη την πρώτη αλλά ταυτόχρονα συντριπτική εκλογική ήττα, μετά από 17 χρόνια, από τον δεξιό συνασπισμό της αντιπολίτευσης. Στη Βραζιλία, όπου το Εργατικό Κόμμα κυβερνά επί 12 χρόνια, η Ντίλμα Ρούσεφ βρίσκεται αντιμέτωπη με διαδικασία μομφής εναντίον της για σκάνδαλα διαφθοράς, ενώ στον Ισημερινό ο Ραφαέλ Κορέα, μετά από 8 χρόνια στην εξουσία, καταργεί το όριο προεδρικών θητειών, βάζοντας ιδέες και στον επί 10 χρόνια πρόεδρο της Βολιβίας, Εβο Μοράλες.

Πρόκειται για πολιτικές δυνάμεις και ηγεσίες που πρωτοστάτησαν στην αναγέννηση των χωρών τους, εφαρμόζοντας ριζοσπαστικές φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις: άμβλυναν τις κοινωνικές ανισότητες, προχώρησαν σε σημαντική αναδιανομή πλούτου με συνακόλουθη αύξηση του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων, περιόρισαν δραστικά τα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας και αναλφαβητισμού, ενίσχυσαν αποφασιστικά το κράτος πρόνοιας, αύξησαν θεαματικά τις δαπάνες για την υγεία και την παιδεία.

Εξασφάλιζαν έτσι την απαραίτητη λαϊκή υποστήριξη, που τους επέτρεπε να βρίσκονται σε διαρκείς συγκρούσεις με τα διευθυντήρια του παγκόσμιου καπιταλισμού (έχοντας προβεί σε μονομερείς διαγραφές χρεών, εκτεταμένες επανακρατικοποιήσεις μεγάλων επιχειρήσεων και ελέγχους κεφαλαίων) και να αντιμετωπίζουν επιτυχώς εκβιασμούς, απειλές και απόπειρες πραξικοπημάτων.

Ωστόσο, σε επίπεδο δομών και λειτουργίας της οικονομίας, οι χώρες αυτές δεν διαφοροποιήθηκαν ουσιαστικά από τις καπιταλιστικές χώρες: οι κύριοι τομείς της οικονομίας παρέμειναν στα χέρια των αστικών τάξεων, η ατομική ιδιοκτησία και το κυνήγι του κέρδους παρέμειναν ιερά, οι πολυεθνικές παρέμειναν κυρίαρχες και, σε μεγάλο βαθμό, ανεξέλεγκτες στα πεδία των εισαγωγών/εξαγωγών, του εμπορίου και της διανομής βασικών ειδών πρώτης ανάγκης.

Παρά τα σημαντικά επιτεύγματά τους, οι δυνάμεις που στήριξαν τη διατήρηση της κυβερνητικής εξουσίας στην πολιτική της αναδιανομής, χωρίς να αμφισβητήσουν τον πυρήνα και τις δομές του καπιταλιστικού κράτους, άφησαν περιθώριο στις άρχουσες τάξεις των χωρών τους να οργανώσουν και να εξαπολύσουν την αντεπίθεσή τους, με προφανή στόχο να ξηλώσουν όλες τις φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις και να ανακτήσουν τα προνόμιά τους.

Τα αρχηγοκεντρικά μοντέλα που εγκαθίδρυσαν, κατόρθωσαν να επανεντάξουν εκατομμύρια ανθρώπων στην κοινωνική ζωή και στην καταναλωτική αγορά, διευρύνοντας τους δικαιούχους της ευημερίας, απέτυχαν όμως να καλλιεργήσουν σ’ αυτές τις νέες μεσαίες τάξεις, με τους καλούς μισθούς και την ενισχυμένη αγοραστική δύναμη, διαφορετική νοοτροπία και ιεραρχήσεις στη λειτουργία της κοινωνίας, ώστε να ενστερνιστούν τον στόχο του κοινωνικού μετασχηματισμού.

Βρέθηκαν έτσι αντιμέτωπα με τα πραγματικά όρια ενός σχεδίου κοινωνικής αλλαγής που εξαντλείται στον περιορισμό των πιο ακραίων αδικιών του καπιταλισμού και στον κυβερνητισμό.

Ο μετασχηματισμός της κοινωνίας απαιτεί και προϋποθέτει τον μετασχηματισμό της συνείδησης των ανθρώπων. Η αποτυχία των ηγετών αυτών των χωρών να εγκαθιδρύσουν δομές που να τους υπερβαίνουν και να αναπαράγονται βελτιούμενες σημαίνει πως κάτι πήγε πολύ στραβά. Η Αριστερά, ενώ έχει τα θεωρητικά εργαλεία για να αναλύσει επαρκώς το πώς λειτουργούν το κεφάλαιο και η εξουσία του, μοιάζει να μην μπορεί να ερμηνεύσει το πώς λειτουργούν ο άνθρωπος και οι κοινωνίες.

Στις μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές ανατροπές, οι ηγέτες παίζουν αναντίρρητα καθοριστικό ρόλο. Ομως, η μακροημέρευση αυτών των ανατροπών, προκειμένου να συναρθρώσουν δημιουργικό μοντέλο υπέρβασης του καπιταλιστικού συστήματος, δεν μπορεί να εξαρτάται από το πρόσωπο του ηγέτη τους, καθώς κάτι τέτοιο τις καθιστά αυταπόδεικτα προσωρινές.

Μόνο όταν οι απανταχού ηγέτες αποκηρύξουν τον μεσσιανισμό που τους συνοδεύει και ανοίξουν τον δρόμο στους λαούς και τις οργανωμένες κοινωνίες να αφομοιώσουν την αναγκαιότητα αυτών των ανατροπών για την αρμονική συνύπαρξη και την αναπαραγωγή τους, θα αρχίσει αυτό που λέει η Αριστερά να γίνεται.

(1) Β. Ιγκλέσιας, Γιατί η δημοκρατία στη Λατινική Αμερική φαίνεται ασταθής;
(2) Μ. Δαμηλάκου, Τέλος εποχής στην Αργεντινή, Ενθέματα (29/11/2015).

(3) Ν. Μανωλάς, Βενεζουέλα: Μια ήττα που δεν ήρθε από το πουθενά, Η Εποχή (13/12/2015).


Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών